Πέμπτη 14 Μαρτίου 2013

Dejan Bodiroga:Ο Αλάνθαστος Υπερυπολογιστής της πορτοκαλί θεας!

Τα 40 του χρόνια έκλεισε το Σάββατο (2/3) ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα (Σερβικά: Дејан Бодирога), ένας παίκτης που «σημάδεψε» την ιστορία του Παναθηναϊκού και του ευρωπαϊκού μπάσκετ.
Στις 7 Ιουνίου του 1993 το ευρωπαϊκό (και όχι μόνο) μπάσκετ θρηνούσε το χαμό του Τιτανομέγιστου Dražen Petrović("γιός του διαβόλου" ήταν το παρατσούκλι του), του Μότσαρτ των παρκέ, μετά από αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην Κεντρική Ευρώπη. Σαν να το 'θέλε έτσι η μοίρα που τη συγκεκριμένη ημέρα, 14 χρόνια αργότερα (07/06/07), ένας άλλος μεγάλος του σπορ, ο δεύτερος ξάδελφός του Ντέγιαν Μποντιρόγκα, ανακοίνωνε το τέλος του δικού του ταξιδιού.
Ενός ταξιδιού που είχε ως τερματικό σταθμό τη Ρώμη και την τοπική Pallacanestro Virtus Roma.
 Ενός ταξιδιού που διήρκησε (σε επαγγελματικό επίπεδο) 17 ολόκληρα χρόνια και συνοδεύτηκε από δεκάδες προσωπικούς τίτλους αλλά και ομαδικές διακρίσεις. Δεν είναι τυχαίο πως όπου κι αν πήγε, τα χρώματα όποιας ομάδας κι αν υπερασπίστηκε, άφησε το προσωπικό του, μοναδικό, σημάδι.

Τι κι αν η ταχύτητα δεν τον χαρακτήριζε ως παίκτη; Τι κι αν δεν διέθετε τους εντυπωσιακούς μύες; Τι κι αν ο τρόπος του ήταν -για πολλούς- μονοδιάστατος; Το οξύ πνεύμα, η γρήγορη σκέψη και η άμεση αντίδραση ήταν στοιχεία που κάλυπταν με απόλυτη επιτυχία κάθε αδυναμία του. Δεν θυμόμαστε πολλούς επαγγελματίες που να είχαν την ευχέρεια να παίξουν από play-maker μέχρι power-forward με την ίδια συνέπεια. All around παίκτης με όλη τη σημασία της έννοιας. Εξαιρετικός χειριστής της μπάλας (μόνο με φάουλ του την έπαιρναν), δεν είχε πρόβλημα να παίξει με πρόσωπο ή πλάτη τον αντίπαλο, κάνοντας τη ζωή δύσκολη ακόμη και στους καλύτερους αμυντικούς. Το ότι αποτελεί γέννημα-θρέμμα του γιουγκοσλάβικου μπάσκετ λέει πολλά. Από τα τελευταία φυντάνια της χώρας πριν ο πόλεμος καταστρέψει τη βιομηχανία ταλέντων εμποδίζοντας την παραγωγή τους. 

Βιογραφία:
O Μποντιρόγκα ήταν δεύτερος ξάδερφος του Dražen Petrović. Η, από την πλευρά του πατέρα του, γιαγιά του Ντέγιαν ήταν αδελφή του παππού του Ντράζεν. Ο πόλεμος χώρισε και οικογένειες.
Ο παππούς του Ντιέγιαν ήταν Βόσνιος, αλλά μετά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Σερβία.

Τον Ιούλιο του 2003 νυμφεύθηκε την Ivana Medic, ενώ ένα χρόνο αργότερα το ζευγάρι απέκτησε το πρώτο του παιδί, τον Νίκολα. Ο γιος του Vaso και της Milka Bodiroga, άρχισε να αγαπά το μπάσκετ σε σχετικά μεγάλη ηλικία-13 χρόνων. Ποτέ όμως δεν είναι αργά, όπως αποδείχθηκε από την πορεία του ήρωά μας. Γράφτηκε στα παιδικά τμήματα της ομάδας της πόλης που γεννήθηκε, της Proleter Zrenjanin, ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1988, είχε δελτίο στην ανδρική ομάδα υπό τις οδηγίες του Miodrag Nikolić, παλιού Γιουγκοσλάβου διεθνή. Μια μεγάλη πορεία είχε μόλις αρχίσει, αν και το ξεπέταγμά του ήρθε τον Αύγουστο του 1989.
Βλέποντας ήδη τον κόσμο από τα 205 εκατοστά (όχι κάτι συνηθισμένο για 17χρονο αγόρι), ο Μποντιρόγκα κέντρισε το ενδιαφέρον του αδικοχαμένου Krešimir Ćosić. Ο τελευταίος κατόρθωσε να πείσει την οικογένειά του (και ειδικά τη μητέρα του) να αφήσει τον μικρό Ντέγιαν να μετακομίσει στη KK Zadar και να γίνει επαγγελματίας. Συνήθως τα Σερβάκια είχαν ως μεγάλο όνειρο να παίξουν στις δυνάμεις του Βελιγραδίου, είτε στην Παρτιζάν είτε στον Ερυθρό Αστέρα. Ωστόσο ο "Μποντ" ακολούθησε δρόμο διαφορετικό. Ίσως πιο δύσκολο, μακριά από τη βάση του, αλλά είχε βάλει σκοπό να πετύχει.
 Αρχικά εντάχθηκε στο εφηβικό τμήμα του συλλόγου, αλλά σύντομα ο προπονητής του ανδρικού τμήματος του έδωσε την ευκαιρία να παίξει σε ανώτερο επίπεδο. Η καριέρα του όμως στην κροατική ομάδα έλαβε πολύ γρήγορα τέλος. Ούτε καν που πρόλαβε να συνηθίσει το κλίμα. Ο εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε στη γειτονική χώρα άφησε το σημάδι του στον Ντέγιαν. Ήταν αδύνατο εκείνη την εποχή ένας Σέρβος να ανήκει στο έμψυχο δυναμικό Κροατών. Στο δρόμο του βρέθηκε και πάλι ο... μέντοράς του, Krešimir Ćosić. Όντας στην Αθήνα ως προπονητής της αεκ πλέον, ο Ćosić αποφάσισε να τον φέρει για δοκιμή στη χώρα μας. Συμμετείχε σε προπονήσεις τόσο της Ένωσης όσο και του oλυμπιακού, αλλά η άρνησή του να πάρει την ελληνική υπηκοότητα (θυμάστε τη μόδα της εποχής) -και παρά τα καλά χρήματα που του υποσχέθηκαν οι "ερυθρόλευκοι"- εμπόδισε τη μεταγραφή του σε μια από τις δύο ομάδες.

Σε κακό πάντως δεν του βγήκε, καθώς πήρε το αεροπλάνο για την Ιταλία και την Τεργέστη. Εκεί ο συμπατριώτης του Bogdan Tanjević τον περίμενε με ανοικτές αγκάλες. 19 χρόνων πλέον ο Μποντιρόγκα έκανε το ντεμπούτο του στο ιταλικό πρωτάθλημα ως παίκτης της Stefanel Trieste έχοντας 21.3 πόντους σε 30 αγώνες της κανονικής περιόδου. Είχε βρει πλέον το λιμάνι του, την ίδια ώρα που η ομάδα ανακάλυψε τον ηγέτη της.
  Άργησε βέβαια να γευτεί τη χαρά ενός τίτλου. Μετά από τρεις χαμένους τελικούς Κυπέλλου Κόρατς (ο ένας από τον ΠΑΟΚ), η Stefanel Milano πλέον (ο χορηγός άλλαξε πόλη όπως και πολλοί παίκτες) κατακτά το νταμπλ στην Ιταλία την περίοδο 1995-96.

Εν τω μεταξύ, το προηγούμενο καλοκαίρι (1995) είχαν γίνει δύο γεγονότα που σημάδεψαν αναμφίβολα την καριέρα: ήταν από τους πρωταγωνιστές της νέας Γιουγκοσλαβίας, η οποία συμμετείχε για πρώτη φορά σε διεθνή διοργάνωση μετά από τον πόλεμο, στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας κατακτώντας το χρυσό μετάλλιο, ενώ επιλέχθηκε στο Νο51 του ντραφτ από τους Sacramento Kings (δεν έπαιξε ποτέ στο ΝΒΑ).
 Το καλοκαίρι του 1996, μετά από το ασημένιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα, ο "Ντέκι" αποφασίζει να αφήσει το Μιλάνο αποδεχόμενος την πρόσκληση-πρόκληση του Ζέλικο Ομπράντοβιτς να πάει στη Real Madrid.
 Τα χρήματα (ένα εκ. δολάρια) και η επιμονή του κόουτς (τον γνώριζε ήδη από την εθνική) αποτέλεσαν το δέλεαρ που έψαχνε. Τα δύο χρόνια που έμεινε στη Μαδρίτη αποτέλεσαν μια μάλλον κακή παρένθεση.  Το υλικό της "βασίλισσας" ήταν πλούσιο, οι προσδοκίες μεγάλες, αλλά πλην ενός ευρωπαϊκού τίτλου (κύπελλο κυπελλούχων), η διετία ήταν στείρα. Ενδιάμεσα, το 1997, ο "Ζοτς" έφυγε για τη Benetton Treviso και ο Μποντιρόγκα έχασε το ψυχολογικό στήριγμά του στην ομάδα. Όχι βέβαια για πολύ, αφού θα το βρει και πάλι στην πορεία.
"Και ο πιο νηφάλιος, ο πιο «καθαρός» οπαδός όταν έβλεπε τον «Ντέγιαν, τον τρελό» να αγωνίζεται με το Τριφύλλι στο στήθος και τη γροθιά σφιγμένη στον αέρα, αισθανόταν σα να έπινε το πιο δυνατό νέκταρ, το πιο σκληρό «ναρκωτικό»."
 Μετά από το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Αθήνας (1998), ήρθε η πρόταση του Παναθηναϊκού. Οι αδελφοί Γιαννακόπουλοι αναζητούσαν διακαώς τρόπο να επαναφέρουν το "τριφύλλι" στην κορυφή και ο Μποντιρόγκα ήταν η κατάλληλη επιλογή για να χτιστεί γύρω του μια νέα αυτοκρατορία. Εκ του αποτελέσματος κρίνοντας, δεν έπεσαν καθόλου έξω. Ο Λευτέρης Σούμποτιτς πέτυχε να "δέσει" τον "Μπόντι" με τους Ράτζα, Αλβέρτη, Οικονόμου και οι "πράσινοι" με μειονέκτημα έδρας στους τελικούς έναντι του Ολυμπιακού κατακτούν το πρωτάθλημα στο ΣΕΦ. 
Τα καλά μόλις είχαν αρχίσει. Η άφιξη των Ζέλικο Ομπράντοβιτς και Ρέμπρατσα από τη Benetton Treviso ενισχύει ακόμη περισσότερο τον Παναθηναϊκό και η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται με τον Μποντιρόγκα να είναι ο... βασιλιάς. Ο άνθρωπος της τελευταίας επίθεσης, ο άνθρωπος της κρίσιμης στιγμής. Δύο ευρωπαϊκοί τίτλοι σε Θεσσαλονίκη (2000) και Μπολόνια (2002)
 Θεσσαλονίκη (2000)

 Μπολόνια (2002)

"Ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα ανακηρύχθηκε πολυτιμότερος παίκτης του φάιναλ φορ της Μπολόνιας, ένα παράσημο το οποίο πήρε στο σπίτι του στην Κηφισιά και εν συνεχεία το έβαλε στις αποσκευές του για τη Βαρκελώνη, όπου πέτυχε το δικό του re-peat. Ο «Ντέκι» σημείωσε 47 πόντους στα δύο ματς, καθάρισε σαν αβγά τη Μακάμπι και την Κίντερ και υπήρξε ο παίκτης στον πλουραλισμό του οποίου στηρίχθηκε ο Ομπράντοβιτς για να παίξει.... μπάλα στη σκακιέρα του μεγάλου τελικού."

και ακόμη δύο πρωταθλήματα Ελλάδας (2000, 2001)
  προστίθενται στο βιογραφικό του Σέρβου φόργουορντ, ο οποίος κατάφερε να εξελιχθεί σε αναπόσπαστο κομμάτι της πράσινης κερκίδας. Το σύνθημα "Ντέγιαν Μποντιρόγκα, οε οε" δονούσε την ατμόσφαιρα σε κάθε ματς του Παναθηναϊκού. 

Κάθε ματς του μπασκετικού Παναθηναϊκού ήταν γιορτή. Κόσμος μαζευόταν στις κερκίδες για να «χαζέψει» τον Ντέγιαν να εκτελεί με μοναδικό τρόπο τους αντιπάλους του. Ο ίδιος, εκδηλωτικός πάντα, εξέφραζε σε κάθε ευκαιρία την αγάπη του προς τους «πράσινους» οπαδούς. Η μεταξύ τους σχέση ξέφυγε από τα συνηθισμένα όρια. «Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ, Ντέγιαν οε οε» φώναζαν οι φίλοι του Παναθηναϊκού στο τελευταίο του παιχνίδι με τα πράσινα στις 8 Απριλίου 2002. Και δεν τον ξεχνούν μέχρι σήμερα.

Τα ωραία βέβαια έχουν κάποτε κι ένα τέλος. Το καλοκαίρι του 2002, μετά από την κατάκτηση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος στην Αργεντινή (ήταν μάλιστα αρχηγός), ο Μποντιρόγκα κρίνει την προσφορά της Barcelona Regal πιο συμφέρουσα από εκείνη που του έκανε η ελληνική ομάδα. 
 Άλλωστε οι "μπλαουγκράνα" πεινούσαν για τίτλους και δη το ευρωπαϊκό, σε αντίθεση με τους χορτασμένους "πράσινους". Η Βαρκελώνη του στρώνει κόκκινο χάλι και ο Svetislav Pešić τον χρίζει ηγέτη. Δίπλα στον Šarūnas Jasikevičius, ο "Ντέκι" κατακτά την Ευρωλίγκα (2003), δύο πρωταθλήματα Ισπανίας (2003, 2004) και ένα Copa del Rey (2003). Όταν, δε, βρέθηκε για πρώτη φορά αντιμέτωπος με τον Παναθηναϊκό στο κλειστό του Σπόρτιγκ στα Πατήσια, ο κόσμος τον έκανε να κλάψει. Το πανό "Γύρνα γρήγορα πίσω, είσαι ένας από μας" χαράχθηκε για πάντα στη μνήμη του. 
 Χιλιάδες οπαδοί κατέκλυσαν το κλειστό του Σπόρτινγκ για να αποθεώσουν το είδωλό τους. Ο Ντέγιαν, εμφανώς συγκινημένος έπαιζε με δάκρυα στα μάτια και τελικά δεν κατάφερε να αγωνιστεί στα τελευταία λεπτά. Η λήξη βρήκε τον Παναθηναϊκό ηττημένο, όμως κανείς δεν νοιαζόταν για το αποτέλεσμα. Ο Μποντιρόγκα έκανε τον γύρο του θριάμβου και κυριολεκτικά δεν ξεκολούσε από τους οπαδούς που ασταμάτητα χειροκροτούσαν και τον επευφημούσαν.
«Στην Αθήνα έζησα τέσσερα χρόνια και βίωσα μεγάλες συγκινήσεις, αλησμόνητες στιγμές στην καριέρα μου και στη ζωή μου. Η Ελλάδα με έχει σημαδέψει ανεξίτηλα» δήλωσε το 2003 όταν επέστρεψε στη χώρα μας φορώντας τη φανέλα της Μπαρτσελόνα...

Οι στιγμές τις καριέρας του που θα μείνουν αλησμόνητες είναι οι δύο νικηφόροι τελικοί της Ευρωλίγκας, το 2000 και το 2002. Στο Πάνθεον όμως των παιχνιδιών του με την πράσινη φανέλα βρίσκεται ο μεγάλος τελικός με τον ΟΣΦΠ στο ΣΕΦ το 1999, όταν ο Μποντιρόγκα πήρε από το χέρι τον Παναθηναϊκό και τον οδήγησε σε ένα μαγικό πρωτάθλημα και τους «τρελούς» στις κερκίδες στον έβδομο ουρανό. «Ντέρμπι, ένταση, φωνές, φασαρίες. Θυμάμαι, σαν να ήταν χθες, τον πέμπτο τελικό, στο Φάληρο, τον Μάιο του 1999» δήλωσε μερικά χρόνια αργότερα και εξήγησε: «Είναι πολύ φυσιολογικό να μη θεωρούν εχθρό οι γαύροι. Ημουν το μεγάλο πρόβλημά τους, τους νικήσαμε δύο φορές στους τελικούς του πρωταθλήματος και εγώ πάντοτε βροντοφώναζα ότι είμαι και θα μείνω για πάντα... Παναθηναϊκός. 

Στα τέσσερα χρόνια που πέρασε στην Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό έκανε φίλους, λάτρευε να πίνει καφέ στην Κηφισιά, να τρώει ψάρι στη Βουλιαγμένη και να γιορτάζει τις νίκες και τους τίτλους των Πρασίνων στα μπουζούκια.
Είπαν γι' αυτόν…
  • Dino Meneghin: "Για πολλά χρόνια στην Ευρώπη δεν είχε γεννηθεί τέτοιος παίκτης."

  •  Bogdan Tanjević: "Είναι το καλύτερο παιδί που συνεργάστηκα. Θα ήμουν πολύ περήφανος αν ήταν γιος μου."
  • Alexander Gomelsky: "Ο Μποντιρόγκα είναι το πρότυπο παίκτη του 21ου αιώνα."
  • Artūras Karnišovas: "Κάθε ομάδα στον κόσμο θα ήθελε έναν παίκτη σαν τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα. Αυτή τη στιγμή είναι ο πιο ευέλικτοw παίκτης στον κόσμο, εκτός ΝΒΑ."

  • Saša Đorđević: "Ο Ντέγιαν δεν λέει ιστορίες γιατί ο ίδιος δημιουργεί δικές του στο παρκέ."
  •  Veljko Ostojić(δάσκαλος του Dejan στην ιστορία και στη γεωγραφία  στο "Βλαντιμίρ Nazor" δημοτικό σχολείο):"Είμαι σίγουρος ότι ο Dejan θα είχε επιτύχει σπουδαία πράγματα στο σχολείο, αν δεν ήταν τόσο απασχολημένος με το μπάσκετ".
  • Ronaldinho: "Λατρεύω το μπάσκετ και ειλικρινά διασκεδάζω να παρακολουθώ τον Ντέγιαν στον παρκέ."
  • Želimir Obradović: "Η τεχνική του είναι άψογη, είναι απίστευτα ήρεμος ... αυτές είναι οι αρετές από τους καλύτερους παίκτες."

πηγή:http://www.and1.rs/dejanbodiroga/eng/index.html