Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Shane Heal(ΣΕΪΝ ΧΙΛ):«Μετάνιωσα που δεν πήγα στον Παναθηναϊκό...»


Κακά τα ψέμματα. Τις μέρες που έχει Μουντιάλ, όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στο μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό ραντεβού του πλανήτη. Όπως ακριβώς και το καλοκαίρι του 1998.


Οταν η παρέα του Ζινεντίν Ζιντάν «φλέρταρε» με το Παγκόσμιο Κύπελλο στα γήπεδα της Γαλλίας, το μπάσκετ περνούσε σε δεύτερη μοίρα. Ακόμη και αν η Εθνική ομάδα έδινε φιλικά προετοιμασίας ενόψει του Μουντομπάσκετ της Αθήνας ή ο Παναθηναϊκός συμφωνούσε με τον Νάντο Τζεντίλε και ταυτόχρονα ανανέωνε το συμβόλαιο του Ράτζα ή ο Ολυμπιακός έψαχνε τον αντικαταστάτη του Μάικλ Χόκινς.
Φανταστείτε την... έκταση που είχαν οι ειδήσεις των (λεγόμενων) μικρομεσαίων ομάδων και δη αυτών που μόλις είχαν ανέβει στην Α1. Όπως ακριβώς στην περίπτωση της νεοφώτιστης (τότε) Νήαρ Ηστ.

Την παραμονή του μεγάλου τελικού μεταξύ Γαλλίας και Βραζιλίας (11/7/1998) οι «ερυθρόλευκοι» της Καισαριανής ανακοίνωναν την απόκτηση του Αυστραλού «μπόμπερ» Σέιν Χιλ. Ενός παίκτη που ήταν βασικό στέλεχος των «μπούμερς» ο οποίος «κουβαλούσε» και την εμπειρία του από το ΝΒΑ.

Τον Σεπτέμβριο του 1996 είχε συμφωνήσει με τους Μινεσότα Τίμπεργουλβς (43 ματς με 1,7 πόντους και 0,8 ασίστ) ενώ αμέσως μετά επέστρεψε στην πατρίδα του για λογαριασμό των Σίδνεϊ Κινγκς. Ο (τότε) προπονητής της Νήαρ Ηστ, Γιώργος Ζευγώλης έψαχνε έναν παίκτη που θα μπορούσε να κουβαλήσει το σκοράρισμα της ομάδας στις πλάτες του και το βρήκε στο πρόσωπο του 28χρονου Σέιν Χιλ. Με τη συμφωνία να ανέρχεται στα 230.000 δολάρια οι νεοφώτιστοι έκαναν το μεγάλο «deal» με σκοπό να τους βοηθήσει να παραμείνουν στην μεγάλη κατηγορία.

Όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων η παρουσία του στην Καισαριανή ήταν πετυχημένη, αφού πραγματοποίησε εκπληκτικές εμφανίσεις βλέποντας -τις περισσότερες φορές- το αντίπαλο καλάθι σαν... βαρέλι. Το «σφυρί» (όπως είναι το παρατσούκλι του) ξεκίνησε την καριέρα του το 1988 στους Μπρισμπέιν Μπούλετς, ενώ μεσολάβησε από το 1989 έως το 1991 το πέρασμά του από τους Γκιλόνγκ Σούπερκατς. Το καλοκαίρι του 1992 παίρνει για πρώτη φορά μέρος σε Ολυμπιακούς Αγώνες και έκτοτε έγινε βασικό και αναντικατάστατο μέλος των «μπούμερς» μέχρι και την Ολυμπιάδα της Αθήνας το 2004.
«Δεν μπορώ να πω ότι έχω χάσει την τέχνη του σουτ. Όποτε παίζω μπάσκετ με φίλους ή με τους παίκτες της ομάδας, προσπαθώ να μην μπαίνω μέσα από τη γραμμή του τριπόντου»
«Δεν μπορώ να πω ότι έχω χάσει την τέχνη του σουτ. Όποτε παίζω μπάσκετ με φίλους ή με τους παίκτες της ομάδας, προσπαθώ να μην μπαίνω μέσα από τη γραμμή του τριπόντου»
Μετά τη Νήαρ Ηστ επέστρεψε στους αγαπημένους του Σίδνεϊ Κινγκς (2000-2002), ενώ είχε ένα σύντομο πέρασμα από την Ιταλία (και την Ίμολα) και το ΝΒΑ με τους Σαν Αντόνιο Σπερς. Από εκεί δοκίμασε για δεύτερη φορά την τύχη του στην Ελλάδα και δη στον Μακεδονικό (17 ματς με 17,2 πόντους και 3,1 ασίστ) πριν επιστρέψει στην Αυστραλία και στους Σάουθ Ντράγκονς όπου ήταν παίκτης-προπονητής!

Τον Μάιο του 2008 βρέθηκε στους Γκολντ Κόουστ Μπλέιζ ως... παίκτης, ενώ στις 14 Φεβρουαρίου 2009 έδωσε το τελευταίο του παιχνίδι ως επαγγελματίας έχοντας 440 ματς του πρωταθλήματος Αυστραλίας στα πόδια του. Μάλιστα το 1994 έκανε ρεκόρ έχοντας πετύχει 61 πόντους σε ένα παιχνίδι!
Από τον περασμένο Φεβρουάριο ο 42χρονος (πια) Σέιν Χιλ είναι ο προπονητής των Σίδνεϊ Κινγκς και από την μακρινή Αυστραλία μιλάει στο SentraGoal και στη στήλη «Χρόνια και Ζαμάνια» για το πέρασμά του από την Ελλάδα, μοιράζοντας μαζί μας (και μαζί σας φυσικά) τις αναμνήσεις του από τα τέλη της περασμένης δεκαετίας.
«Έχω τρεις υπέροχες κόρες. Οι δύο μεγάλες είναι 17 και 16 ετών, ενώ η μικρότερη είναι 11 χρονών και μπορώ να σου πω ότι είναι εξαιρετική μπασκετμπολίστρια! Θεωρώ ότι είναι και η καλύτερη Αυστραλέζα στ
«Έχω τρεις υπέροχες κόρες. Οι δύο μεγάλες είναι 17 και 16 ετών, ενώ η μικρότερη είναι 11 χρονών και μπορώ να σου πω ότι είναι εξαιρετική μπασκετμπολίστρια! Θεωρώ ότι είναι και η καλύτερη Αυστραλέζα στην ηλικία της»

«Ακόμα το... έχω το σουτ!»
«Αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζω μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην καριέρα μου. Ανέλαβα την τεχνική ηγεσία των Σίδνεϊ Κινγκς εδώ στην Αυστραλία, μια ομάδα που έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο πρωτάθλημα. Άλλωστε ήμουν αρχηγός της κάποτε και μάλιστα είχαμε κατακτήσει και τον πρώτο τίτλο στην ιστορία της. Λατρεύω αυτό που κάνω στην παρούσα φάση και ανυπομονώ να ξεκινήσει η σεζόν μας. Μακάρι κάποια στιγμή να έρθω στην Ευρώπη και να κοουτσάρω κάποια ομάδα. Πολύ περισσότερο στην Ελλάδα που μου αρέσει πολύ εκεί...» είναι τα πρώτα λόγια του Αυστραλού προπονητή, ο οποίος μιλάει και για την οικογένειά του:
«Έχω τρεις υπέροχες κόρες. Οι δύο μεγάλες είναι 17 και 16 ετών, ενώ η μικρότερη είναι 11 χρονών και μπορώ να σου πω ότι είναι εξαιρετική μπασκετμπολίστρια! Θεωρώ ότι είναι και η καλύτερη Αυστραλέζα στην ηλικία της! Αντιλαμβάνεσαι, λοιπόν, πόσο πολύ μου αρέσει να την προπονώ και να της δείχνω τα μυστικά του αθλήματος», ενώ στέκεται και στην σημερινή του επαφή με το... καλάθι!
«Ο Γιώργος Πανταζόπουλος ήταν ο μικρός μου αδερφός στην Ελλάδα! Είναι εκπληκτικό παιδί και ακόμα και σήμερα υπάρχουν στιγμές που τα λέμε. Βέβαια όχι τόσο όσο θα θέλαμε και οι δύο, αλλά προσπαθούμε να
«Ο Γιώργος Πανταζόπουλος ήταν ο μικρός μου αδερφός στην Ελλάδα! Είναι εκπληκτικό παιδί και ακόμα και σήμερα υπάρχουν στιγμές που τα λέμε. Βέβαια όχι τόσο όσο θα θέλαμε και οι δύο, αλλά προσπαθούμε να μην χάσουμε την επαφή μας»

«Εγώ από τη πλευρά μου δεν μπορώ να πω ότι έχω χάσει την τέχνη του σουτ. Όποτε παίζω μπάσκετ με φίλους ή με τους παίκτες της ομάδας, προσπαθώ να μην μπαίνω μέσα από τη γραμμή του τριπόντου. Όλο έξω από αυτήν είμαι (γέλια)! Πραγματικά μου αρέσει πολύ να παίζω, αλλά δεν μπορώ να πω ότι μου έχει λείψει η καθημερινή τριβή των προπονήσεων, των ταξιδιών και των αγώνων. Άλλωστε ήμουν τυχερός επειδή έπαιξα σε επαγγελματικό επίπεδο 20 ολόκληρα χρόνια. Δεν ήταν και λίγα...»

«Ήμουν... καυτός στην Πάτρα»
Γυρίζοντας το χρόνο πίσω θυμάται το καλύτερο παιχνίδι του στην Ελλάδα: «Η μεγαλύτερη ανάμνηση που έχω ήταν όταν σημείωσα 46 πόντους εναντίον του Απόλλωνα Πατρών. Πραγματικά ήμουν πολύ καυτός εκείνη τη μέρα... Θυμάμαι ότι ένας αντίπαλος με χτύπησε εσκεμμένα στο πρόσωπο για να με βγάλει εκτός ρυθμού, αλλά εγώ δεν του έκανα το χατίρι. Ένιωθα τόσο καλά και τόσο πεινασμένος για τη νίκη, που το μόνο που κατάφερε να κάνει ήταν να με πεισμώσει ακόμα περισσότερο!»
«Η μεγαλύτερη ανάμνηση που έχω ήταν όταν σημείωσα 46 πόντους εναντίον του Απόλλωνα Πατρών. Πραγματικά ήμουν πολύ καυτός εκείνη τη μέρα...»
«Η μεγαλύτερη ανάμνηση που έχω ήταν όταν σημείωσα 46 πόντους εναντίον του Απόλλωνα Πατρών. Πραγματικά ήμουν πολύ καυτός εκείνη τη μέρα...»

Για την... ιστορία η Νήαρ Ηστ είχε κερδίσει εκείνο το παιχνίδι μέσα στην Πάτρα (στις 16/1/1999) με 93-80 και οι 46 πόντοι του Σέιν Χιλ (σ.σ. οι 33 στο ημίχρονο!!) είχαν συνοδευτεί από 5/6 δίποντα, 9/14 τρίποντα, 9/12 βολές και 5 ασίστ! Να σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι ο Αυστραλός είχε «βομβαρδίσει» και το καλάθι του Πανιωνίου δύο μήνες αργότερα έχοντας πετύχει 37 πόντους με 10/16 τρίποντα! Αριθμός που παραμένει ακόμα ρεκόρ στην Α1, μαζί με τα 10/14 τρίποντα του Μπάνε Πρέλεβιτς το 1990 κόντρα στον Ηρακλή στο Ιβανόφειο.

«Γ...στε το καγκουρό»
Φυσικά δεν ήταν μόνο οι «on court» αναμνήσεις που του έχουν μείνει γιατί όπως μας εξήγησε «δεν θα ξεχάσω με τίποτα τα στενά δρομάκια στην Καισαριανή. Πραγματικά ήταν πολύ στενά!!! Μετά βίας χωρούσε το αυτοκίνητο» ενώ όπως οι περισσότεροι ξένοι, έτσι και αυτός, το πρώτο πράγμα που έμαθε ήταν... «να βρίζω στα ελληνικά! Από την πρώτη, κιόλας, εβδομάδα είχα μάθει πολλές λέξεις! Και ξέρεις ποια είναι η πλάκα; Επειδή μου άρεσε πολύ το trash talking, τις χρησιμοποιούσα στους αντιπάλους μου και εκείνοι με κοιτούσαν περίεργα (γέλια)!
«Οι Έλληνες αγαπούν το μπάσκετ και τις ομάδες τους. Όλη την ώρα τραγουδάνε και δείχνουν στον υπερθετικό βαθμό τα συναισθήματά τους. Και αυτό ήταν κάτι που με συγκλόνιζε, είτε έπαιζα εντός έδρας, είτε
«Οι Έλληνες αγαπούν το μπάσκετ και τις ομάδες τους. Όλη την ώρα τραγουδάνε και δείχνουν στον υπερθετικό βαθμό τα συναισθήματά τους. Και αυτό ήταν κάτι που με συγκλόνιζε, είτε έπαιζα εντός έδρας, είτε έπαιζα εκτός έδρας»

Πραγματικά το σκέφτομαι τώρα και γελάω. Φυσικά διασκέδαζα και με την εξέδρα. Εκτός του ότι καταλάβαινα ότι με έβριζαν, οι οπαδοί των αντίπαλων ομάδων έκαναν σαν τα καγκουρό για να μου σπάσουν τα νεύρα. Μάλιστα δεν ήταν λίγες οι φορές που τους άκουγα να λένε «γαμ...τε το καγκουρό» (σ.σ. το είπε στα ελληνικά!!). Ωραίες αναμνήσεις... (γέλια)» και στέκεται στον αγαπημένο του φίλο και συμπαίκτη στην ομάδα της Καισαριανής:
«Δεν πρέπει να παραλείψω τον καλό μου φίλο στη Νήαρ Ηστ. Τον αρχηγό μας. Τον Γιώργο Πανταζόπουλο. Είναι εκπληκτικό παιδί και ακόμα και σήμερα υπάρχουν στιγμές που τα λέμε. Βέβαια όχι τόσο όσο θα θέλαμε και οι δύο, αλλά προσπαθούμε να μην χάσουμε την επαφή μας. Ήταν ο μικρός μου αδερφός στην Ελλάδα, αν και να σου πω την αλήθεια διασκέδαζα με την παρέα όλων των Ελλήνων».

«Ο Παπαμακάριος μου έκανε τη ζωή δύσκολη»
«Παρά το γεγονός ότι έδινα το 110% των δυνατοτήτων μου σε κάθε ματς, καμία από τις δύο ομάδες που αγωνίστηκα στην Ελλάδα δεν μου πλήρωσε όλο το συμβόλαιο. Ούτε η Νήαρ Ηστ, ούτε ο Μακεδονικός»
«Παρά το γεγονός ότι έδινα το 110% των δυνατοτήτων μου σε κάθε ματς, καμία από τις δύο ομάδες που αγωνίστηκα στην Ελλάδα δεν μου πλήρωσε όλο το συμβόλαιο. Ούτε η Νήαρ Ηστ, ούτε ο Μακεδονικός»

Αν και ήταν παίκτης που δύσκολα μπορούσε να τον σταματήσει κάποιος θυμήθηκε ένα νεαρό παιδί στο Περιστέρι (σ.σ. Παπαμακάριος!) που του έκανε τη ζωή δύσκολη: «Πραγματικά είχα πρόβλημα κάθε φορά που τον αντιμετώπιζα. Ήταν πολύ σκληρό παιδί στην άμυνα και έκανε τα πάντα για να με σταματήσει. Θαύμαζα πολύ την αφοσίωση που είχε απέναντί μου», ενώ μας λέει και το παράπονό του: «Ξέρεις τι μου έχει μείνει άσχημα από τότε; Παρά το γεγονός ότι έδινα το 110% των δυνατοτήτων μου σε κάθε ματς, καμία από τις δύο ομάδες που αγωνίστηκα στην Ελλάδα δεν μου πλήρωσε όλο το συμβόλαιο. Ούτε η Νήαρ Ηστ, ούτε ο Μακεδονικός. Είχα απογοητευτεί από αυτό το γεγονός αν και εμένα μου άρεσε να παίζω επειδή αγαπούσα το μπάσκετ και όχι επειδή ήθελα να βγάλω χρήματα. Όμως οι κόποι σου, πρέπει να αμείβονται...»

«Το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας μου»
Και κάπου εκεί γυρίζει το χρόνο πίσω για να μιλήσει για το «λάθος» -όπως το χαρακτήρισε- της καριέρας του: «Η μεγαλύτερη απογοήτευση για μένα ήταν στις αρχές του 2000 όταν δεν αποδέχθηκα την πρόταση του Παναθηναϊκού. Έμεναν δύο εβδομάδες για να λήξει η σεζόν στην Αυστραλία αλλά με ήθελαν άμεσα στην ομάδα. Σέβομαι πάρα πολύ το κλαμπ και τον προπονητή που ήταν τότε στον Παναθηναϊκό και θεωρώ ότι έκανα το μεγαλύτερο λάθος στην καριέρα μου. Μπορούσα να πετύχω στην ομάδα και να βοηθούσα και εγώ από την πλευρά μου να πετύχει τους στόχους της».
«Αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζω μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην καριέρα μου. Ανέλαβα την τεχνική ηγεσία των Σίδνεϊ Κινγκς εδώ στην Αυστραλία, μια ομάδα που έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο πρωτάθλημα
«Αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζω μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην καριέρα μου. Ανέλαβα την τεχνική ηγεσία των Σίδνεϊ Κινγκς εδώ στην Αυστραλία, μια ομάδα που έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο πρωτάθλημα»
Και εξηγεί: «Αυτό είναι κάτι που σκέφτομαι συνέχεια. Πάντα βρέθηκα σε μικρές ομάδες όπου έπρεπε να σκοράρω πολλούς πόντους για να κερδίζουν. Τα περίμεναν όλα από εμένα. Όταν οι μεγαλύτερες ομάδες που βρίσκονται στην Ευρωλίγκα βλέπουν ότι μπορείς να κάνεις κάποια πράγματα θέλουν να σε δοκιμάσουν. Μην ξεχνάς ότι πήρα μέρος σε τέσσερις Ολυμπιακούς Αγώνες με την εθνική Αυστραλίας και τα είχα πάει πολύ καλά. Γι' αυτό το σκέφτομαι και το ξανασκέφτομαι. Πραγματικά ήταν πολύ κρίμα που δεν κατάφερα να παίξω σε ένα μεγάλο κλαμπ στην Ευρώπη...»

«Όλο George και George άκουγα...»
Ο 42χρονος Χιλ θυμάται και την πρώτη μέρα που πήγε στην προπόνηση της Νήαρ Ηστ εξηγώντας ότι «πρώτη φορά στην ζωή μου συνάντησα τόσους πολλούς με το όνομα George! Εντυπωσιάστηκα. Αν δεν κάνω λάθος πρέπει να ήταν οκτώ! Αναγκάστηκα λοιπόν να τους δώσω ψευδώνυμα για να μπορώ να τους ξεχωρίζω. Ο αρχηγός, ο Γερμανός, ο γυμναστής, ο μάνατζερ, ο ψηλός, ο σοφτ, ο τουρίστας και ένα ακόμα το οποίο δεν θυμάμαι». Τουλάχιστον όσον αφορά τους παίκτες οι... Γιώργηδες της Νήαρ ήταν οι Τσιριγωτάκης, Κασμερίδης, Πανταζόπουλος, Φιλιούσης και Παυλίδης.
Μεταξύ άλλων εξηγεί ότι μετά τον Μακεδονικό «έπρεπε να γυρίσω στην πατρίδα μου επειδή ήταν κάτι που επιθυμούσε η οικογένειά μου», ενώ δεν θα ξεχάσει ποτέ και δύο ακόμα μεγάλες στιγμές στην καριέρα του, στις οποίες δεν αποτελούσε μέλος της Νήαρ Ηστ ή του Μακεδονικού: «Πρώτα απ' όλα το παιχνίδι με την Ντριμ Τιμ των ΗΠΑ το 1996 όταν σημείωσα 8 τρίποντα και κατά δεύτερο ένα παιχνίδι στο ΝΒΑ την εποχή που αγωνιζόμουν στους Μινεσότα Τίμπεργουλβς έχοντας πετύχει πέντε τρίποντα σε μία περίοδο!»

«Με... φραπέ και μπουγάτσα»
Κλείνοντας ο Σέιν Χιλ έκανε ειδική αναφορά στην Ελλάδα και στους Έλληνες λέγοντας ότι «μου έμαθαν να πίνω πολλούς καφέδες τη μέρα! Ειδικά τον φραπέ που ήταν ο αγαπημένος μου (γέλια)! Επίσης μου έχει λείψει η εκπληκτική μπουγάτσα με κρέμα! Όμως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο μου έχει λείψει το πάθος της εξέδρας.
Πραγματικά οι Έλληνες αγαπούν το μπάσκετ και τις ομάδες τους. Όλη την ώρα τραγουδάνε και δείχνουν στον υπερθετικό βαθμό τα συναισθήματά τους. Και αυτό ήταν κάτι που με συγκλόνιζε, είτε έπαιζα εντός έδρας, είτε έπαιζα εκτός έδρας. Θέλω να στείλω επίσης τους χαιρετισμούς μου στον φίλο μου τον Στέλιο, ο οποίος με βοήθησε πολύ στην Ελλάδα και φρόντιζε την οικογένειά μου. Εσείς οι Έλληνες είστε υπέροχοι και να ξέρετε ότι όλοι οι Αυστραλοί αγαπάμε την πατρίδα σας. Στο επανιδείν!»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Eυχαριστούμε για το σχόλιο σας!